Στις 4 Φεβρουαρίου 2022, δημοσιεύθηκε «ο περί της Προστασίας Προσώπων που Αναφέρουν Παραβάσεις του Ενωσιακού και Εθνικού Δικαίου Νόμος του 2022», Ν.6(Ι)/2022. Σκοπός του Νόμου είναι η διασφάλιση ενός ολοκληρωμένου αποτελεσματικού και ισχυρού νομικού πλαισίου προστασίας των εργαζομένων στον δημόσιο ή στον ιδιωτικό τομέα, οι οποίοι προβαίνουν σε αποκάλυψη πληροφοριών και στοιχείων που περιήλθαν στην κατοχή τους ή υπέπεσαν στην αντίληψή τους εντός του εργασιακού χώρου και σχετίζονται με συγκεκριμένες παραβάσεις του ενωσιακού ή/και εθνικού δικαίου.
Πρόσωπα τα οποία δικαιούνται προστασία είναι τα πρόσωπα που αναφέρουν παραβάσεις του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πρόσωπα που αναφέρουν παραβάσεις του εθνικού δικαίου, τρίτα πρόσωπα που συνδέονται με τα ως άνω πρόσωπα και ενδεχομένως να υποστούν αντίποινα σε εργασιακό πλαίσιο και νομικά πρόσωπα τα οποία ανήκουν στα ως άνω πρόσωπα ή για τα οποία εργάζονται ή συνδέονται με εργασιακή σχέση τα ως άνω πρόσωπα. Οι προϋποθέσεις για την προστασία των προσώπων που προβαίνουν σε αναφορά, καθορίζεται στον Ν.6(Ι)/2022. Ωστόσο, ο Νόμος εφαρμόζεται και σε περίπτωση ανώνυμης αναφοράς παραβάσεων, στην περίπτωση όπου μετά την ανώνυμη αναφορά ο πληροφοριοδότης ταυτοποιηθεί και υφίσταται αντίποινα.
Α. Προϋποθέσεις για την προστασία των πληροφοριοδοτών
Πληροφοριοδότης προστατεύεται από τις πρόνοιες του Ν.6(Ι)/2022 όταν πληρούνται όλες οι πιο κάτω προϋποθέσεις:
1. Εμπίπτει στις κατηγορίες προσώπων που αναφέρονται στα άρθρα 5 και 32 του Ν.6(Ι)/2022 και έχει συλλέξει τις πληροφορίες μέσα από το εργασιακό περιβάλλον:
Ενδεικτικά,
1.1 πληροφοριοδότες δύνανται να είναι:
- εργοδοτούμενοι στον ιδιωτικό, δημόσιο ή ευρύτερο δημόσιο τομέα,
- αυτοτελώς εργαζόμενοι,
- μέτοχοι εταιρειών,
- πρόσωπα που ανήκουν στο διοικητικό/διαχειριστικό/εποπτικό όργανο ή σώμα μιας εταιρείας,
- εθελοντές,
- ασκούμενοι/εκπαιδευόμενοι, είτε λαμβάνουν αμοιβή ή όχι,
- πρόσωπα που εργάζονται υπό την εποπτεία ή τις οδηγίες αναδόχων, υπεργολάβων και προμηθευτών,
- πρόσωπα που απέκτησαν τις πληροφορίες στο εργασιακό πλαίσιο αλλά πλέον δεν εργάζονται ή δεν παρέχουν τις υπηρεσίες τους στο συγκεκριμένο εργοδότη,
- πρόσωπα που απέκτησαν τις πληροφορίες κατά το στάδιο της διαδικασίας πρόσληψης ή οποιοδήποτε άλλο στάδιο πριν τη σύναψη της σύμβασης εργοδότησης ή έναρξης της εργασιακής σχέσης.
1.2 Πρόσωπα τα οποία ενώ δεν έχουν προβεί προσωπικά σε υποβολή αναφοράς ή σε δημόσια αποκάλυψη, συνδέονται εντούτοις με τους πληροφοριοδότες και εντάσσονται σε μία από τις ακόλουθες κατηγορίες:
- διαμεσολαβητής, δηλαδή άτομο που στήριξε τον πληροφοριοδότη κατά τη διαδικασία υποβολής της αναφοράς και έχει τηρήσει τη βοήθεια αυτή εμπιστευτική
- πρόσωπα που συνδέονται με τον πληροφοριοδότη, όπως για παράδειγμα συνάδελφοι, συγγενείς εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι τετάρτου βαθμού (δηλαδή γονείς αδέλφια, θείοι και πρώτα ξαδέρφια)
- νομικά πρόσωπα τα οποία ο πληροφοριοδότης έχει στην ιδιοκτησία του ή με τα οποία συνδέεται.
2. Οι πληροφορίες αφορούν παραβάσεις της εθνικής ή ευρωπαϊκής νομοθεσίας που αναφέρονται στα άρθρα 4 και 31 του Ν.6(Ι)/2022, αντίστοιχα.
3. Είχε βάσιμους λόγους να θεωρεί ότι οι πληροφορίες σχετικά με παραβάσεις που ανέφερε ήταν αληθείς κατά τον χρόνο της αναφοράς και ότι οι πληροφορίες αυτές εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Ν.6(Ι)/2022.
4. Η αναφορά έγινε εσωτερικά μέσω των εσωτερικών διαύλων αναφοράς ή εξωτερικά στην Εθνική Αρχή Στοιχημάτων ή ο πληροφοριοδότης προέβη σε δημόσια αποκάλυψη υπό τις προϋποθέσεις που θέτει ο Ν.6(Ι)/2022.
5. Οι πληροφορίες δεν πρέπει να έχουν δοθεί κατά παράβαση των κανόνων προστασίας διαβαθμισμένων πληροφοριών, του δικηγορικού ή ιατρικού απορρήτου, του απορρήτου των δικαστικών συσκέψεων και των κανόνων της ποινικής δικονομίας ή η πρόσβαση σε αυτές και η κοινοποίησή τους να μην συνιστά ποινικό αδίκημα.
Διευκρινίζεται ότι ο Ν.6(Ι)/2022 εφαρμόζεται και σε περίπτωση ανώνυμης αναφοράς παραβάσεων, νοουμένου ότι μετά την ανώνυμη αναφορά ο πληροφοριοδότης ταυτοποιηθεί. Στην περίπτωση αυτή, ο πληροφοριοδότης έχει δικαίωμα προστασίας σε περίπτωση που έχει υποστεί αντίποινα.
Β. Τρόποι υποβολής εξωτερικής αναφοράς
Η Εθνική Αρχή Στοιχημάτων έχει καθορίσει τους κατωτέρω δίαυλους αναφοράς για την παραλαβή και παρακολούθηση «εξωτερικών αναφορών» παράβασης, οι οποίες μπορούν να υποβληθούν είτε γραπτώς είτε προφορικώς ή/και με τους δύο τρόπους:
1. συμπληρώνοντας την σχετική φόρμα αναφορών παράβασης (ανώνυμα ή επώνυμα),
2. τηλεφωνικώς, μέσω της γραμμής: 22881807:
Οι συνδιαλέξεις κατά τη χρήση της εν λόγω τηλεφωνικής γραμμής καταγράφονται μόνο κατόπιν συναίνεσης του πληροφοριοδότη. Σε άλλη περίπτωση, τηρούνται πλήρη και ακριβή πρακτικά της συνομιλίας. Στις περιπτώσεις που ο πληροφοριοδότης έχει αποκαλύψει την ταυτότητά του, παρέχεται η δυνατότητα στον πληροφοριοδότη να επαληθεύσει, να διορθώσει και να συμφωνήσει με τα πρακτικά της συνομιλίας, υπογράφοντάς τα.
3. μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στο [email protected] .
4. ταχυδρομικώς, στη διεύθυνση:
[με την ένδειξη «ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΙΚΟ»]
Εθνική Αρχή Στοιχημάτων,
Υπόψη Μονάδα Συμμόρφωσης Διαχείρισης Κινδύνων
Διγενή Ακρίτα 83, 1070,
Λευκωσία,
Κύπρος.
5. να διατυπωθούν σε προσωπική συνάντηση, κατόπιν τηλεφωνικής επικοινωνίας του πληροφοριοδότη στην τηλεφωνική γραμμή 22881807. Σε τέτοια περίπτωση ισχύουν οι ίδιες διαδικασίες, σε σχέση με την καταγραφή της συνομιλίας και/ή την τήρηση πρακτικών, όπως περιγράφονται πιο πάνω.
Σημειώνεται ότι, διαφορές ή παράπονα σε σχέση με αδειούχο αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, δεν εμπίπτουν στην έννοια των παραβάσεων που αναφέρονται στον Ν.6(Ι)/2022. Σε σχέση με τέτοιες περιπτώσεις μπορείτε να υποβάλετε το παράπονο/καταγγελία σας, μέσω ηλεκτρονικού μηνύματος στην ηλεκτρονική διεύθυνση [email protected] ή μέσω επιστολής στα γραφεία της Αρχής. Περισσότερα εδώ [σχετικός σύνδεσμος]
Γ. Τι πρέπει να περιλαμβάνουν οι αναφορές
Οι αναφορές πρέπει να περιλαμβάνουν τα κάτωθι:
- τα στοιχεία του αναφέροντα (ονοματεπώνυμο, τηλέφωνο επικοινωνίας, διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, εργοδότης), με εξαίρεση την περίπτωση ανώνυμης αναφοράς.
- τα στοιχεία του αναφερόμενου (στοιχεία που έχει στην κατοχή του ο πληροφοριοδότης).
- είδος και περιγραφή της παράβασης.
- πότε και που συνέβη η παράβαση.
- πότε και πως περιήλθε στην αντίληψη του αναφέροντα.
- αποδεικτικά στοιχεία που έχει στην κατοχή του ο αναφέροντας (αν εφαρμόζεται).
- αν υπάρχουν άλλα εμπλεκόμενα πρόσωπα.
- αν υπάρχουν άλλοι μάρτυρες που γνωρίζουν την παράβαση.
- αν ο αναφέροντας έχει αναφέρει την παράβαση σε άλλη αρμόδια Αρχή.
- οποιαδήποτε άλλη πληροφορία είναι χρήσιμο να αναφερθεί.
Δ. Διαδικασία χειρισμού αναφορών
Με την παραλαβή της αναφοράς, και εντός (7) επτά ημερών, κοινοποιείται στον πληροφοριοδότη βεβαίωση παραλαβής, εκτός και εάν ζητηθεί ρητώς κάτι διαφορετικό από τον αναφέροντα ή εάν Αρχή πιστεύει εύλογα ότι η βεβαίωση αναφοράς δυνατόν να θέσει σε κίνδυνο την προστασία της ταυτότητας του αναφέροντος. Η εν λόγω βεβαίωση δίδεται είτε γραπτώς στην ταχυδρομική ή ηλεκτρονική διεύθυνση του πληροφοριοδότη, εφόσον τέτοια έχει παρασχεθεί, είτε προφορικά μέσω τηλεφώνου. Με την εν λόγω βεβαίωση παραλαβής, ο πληροφοριοδότης ενημερώνεται επίσης για το χρονικό διάστημα εντός του οποίου θα λάβει ενημέρωση αναφορικά με τα αποτελέσματα της διερεύνησης της αναφοράς, το οποίο δεν υπερβαίνει τους τρεις (3) μήνες από την ημερομηνία της αποστολής βεβαίωσης παραλαβής ή τους έξι (6) μήνες σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις.
Στη συνέχεια, καθορισμένοι λειτουργοί της ΕΑΣ, παρακολουθούν την αναφορά, αξιολογώντας την ακρίβεια των ισχυρισμών της και την πιθανότητα λήψης μέτρων για αντιμετώπιση της αναφερόμενης παράβασης. Συγκεκριμένα, εφόσον προβούν στην αξιολόγηση της ακρίβειας των ισχυρισμών με διεξαγωγή έρευνας, βάσει των εξουσιών που παρέχονται στην Αρχή από την εκάστοτε εθνική ή ενωσιακή νομοθεσία, οι λειτουργοί εξετάζουν κατά πόσο θα η Αρχή θα προχωρήσει σε περαιτέρω ενέργειες, όπως η παραπομπή της αναφοράς σε άλλη αρμόδια αρχή για περαιτέρω ενέργειες, ή η περάτωση της διαδικασίας λόγω έλλειψης επαρκών αποδεικτικών στοιχείων. Κατά τη διάρκεια της παρακολούθησης της αναφοράς, οι λειτουργοί δύνανται να απαιτήσουν από τον πληροφοριοδότη, είτε γραπτώς στην ταχυδρομική ή ηλεκτρονική διεύθυνση του πληροφοριοδότη, εφόσον τέτοια έχει παρασχεθεί, είτε προφορικά μέσω τηλεφώνου, να διευκρινίσει τις πληροφορίες που γνωστοποιούνται ή να παράσχει πρόσθετες πληροφορίες που είναι διαθέσιμες στον πληροφοριοδότη. Η ενημέρωση του πληροφοριοδότη η οποία περιλαμβάνει τα αποτελέσματα της διερεύνησης της αναφοράς, δίδεται με τον ίδιο τρόπο που δίδεται η βεβαίωση παραλαβής, ως περιγράφεται ανωτέρω.
Σε περίπτωση που ο πληροφοριοδότης δεν έχει παράσχει κανένα στοιχείο επικοινωνίας, μπορεί να λάβει την ανωτέρω πληροφόρηση προφορικά, επικοινωνώντας με τους λειτουργούς στην τηλεφωνική γραμμή που αναφέρεται ανωτέρω. Οι πληροφορίες που λαμβάνονται, ανταλλάσσονται ή διαβιβάζονται κατά την παραλαβή αναφορών πραγματικών ή ενδεχόμενων παραβάσεων του ενωσιακού ή και εθνικού δικαίου, τυγχάνουν χειρισμού σύμφωνα με τις απαιτήσεις της εμπιστευτικότητας, όπως αυτές προβλέπονται στο άρθρο 17 του N.6(I)/2022.
Η Αρχή διαβιβάζει αναφορά παράβασης σε αρμόδια αρχή, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος και με ασφαλή τρόπο, ενημερώνοντας τον αναφέροντα όσον αφορά τη διαβίβαση, χωρίς καθυστέρηση, στην περίπτωση όπου ο αναφέρων υποβάλει αναφορά σε δίαυλο που δεν είναι αρμόδιος για την αντιμετώπιση της καταγγελλόμενης παράβασης.
Η Αρχή έχει καθορίσει συγκεκριμένα πρόσωπα τα οποία διαχειρίζονται τις αναφορές για παραβάσεις.
Ε. Καθεστώς Απορρήτου και Επεξεργασία Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα
Η Αρχή σχετικά με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, συμμορφώνεται σύμφωνα με το άρθρο 17 του Ν.6(Ι)/2022, τα άρθρα 5 και 13 του Κανονισμού ΕΕ 2016/679, τον περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Νόμου, το άρθρο 15 του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα από Αρμόδιες Αρχές για σκοπούς της Πρόληψης, Διερεύνησης, Ανίχνευσης ή Δίωξης Ποινικών Αδικημάτων ή της Εκτέλεσης Ποινικών Κυρώσεων και για την Ελεύθερη Κυκλοφορία των Δεδομένων αυτών Νόμος, και το άρθρο 15 του Κανονισμού ΕΕ 2018/1725.
Συγκεκριμένα διατηρείται αρχείο για κάθε αναφορά που παραλαμβάνεται. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που συλλέγονται στο πλαίσιο παραλαβής αναφορών διαγράφονται εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία περάτωσης της διαδικασίας. Σε περίπτωση που έχουν αρχίσει δικαστικές ή πειθαρχικές διαδικασίες κατά του αναφερόμενου ή του αναφέροντα, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα διατηρούνται για όλη τη διάρκεια των εν λόγω διαδικασιών, περιλαμβανομένης της περίπτωσης άσκησης έφεσης ή ένστασης, και, αφού παρέλθει ένα (1) έτος από τη διεκπεραίωσή τους, διαγράφονται.
Ζ. Μέσα και διαδικασίες προστασίας κατά αντιποίνων
Πληροφοριοδότης ο οποίος υποβάλλει αναφορά, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Ν.6(Ι)/2022, προστατεύεται αυτόματα από μία σειρά από πράξεις που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως εκδικητικές συμπεριφορές ή αντίποινα, ενώ, παράλληλα, απολαμβάνει σημαντικά μέτρα προστασίας.
1. Δικαστικά μέτρα για άρση εκδικητικής συμπεριφοράς και διεκδίκηση αποζημίωσης
Σε περίπτωση που πληροφοριοδότης υποστεί οποιαδήποτε εκδικητική συμπεριφορά ή βλάβη, δικαιούται να απευθυνθεί σε αρμόδιο δικαστήριο (Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών ή Επαρχιακό Δικαστήριο ή Διοικητικό Δικαστήριο, ανάλογα με την περίπτωση), για να αρθεί οποιοδήποτε αντίποινο, και παράλληλα, για να διεκδικήσει τυχόν αποζημιώσεις. Ο πληροφοριοδότης πρέπει να αποδείξει ότι υπέβαλε αναφορά ή προέβη σε δημόσια αποκάλυψη και ότι μετά από αυτή του την ενέργεια υπέστη κάποια βλάβη, πχ. απολύθηκε, ή υποβιβάστηκε ή ξεκίνησε πειθαρχική έρευνα εναντίον του, κλπ. Τότε, δημιουργείται μαχητό τεκμήριο ότι η βλάβη είναι αποτέλεσμα αντιποίνων λόγω της αναφοράς που υπέβαλε. Δηλαδή, εναπόκειται πλέον στο άλλο πρόσωπο να αποδείξει ότι το μέτρο που προκάλεσε τη βλάβη δεν συνιστά εκδικητική ενέργεια, αλλά βασίστηκε σε δεόντως αιτιολογημένους λόγους, άσχετους με το γεγονός της υποβολής της αναφοράς. Αν το Δικαστήριο αποφασίσει ότι πράγματι ο πληροφοριοδότης έχει υποστεί οποιοδήποτε αντίποινο ή/και βλάβη λόγω εκδικητικής συμπεριφοράς, τότε θα επιδικάσει αποζημιώσεις που θα καλύπτουν τόσο την υλική ζημιά αλλά και τυχόν ηθική ή σωματική βλάβη που έχει υποστεί ο πληροφοριοδότης. Ταυτόχρονα, οποιοδήποτε μέτρο αντιποίνου έχει υποστεί ο πληροφοριοδότης θεωρείται εξ αρχής άκυρο, δηλαδή ως να μην έγινε ποτέ. Μάλιστα, αν πρόσωπο απολύθηκε λόγω της υποβολής αναφοράς και επιθυμεί να επιστρέψει στην εργασία του, τότε το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών διατάσσει ακόμη και την επαναπρόσληψή του.
2. Προστασία από τυχόν αστική ευθύνη
Σε ορισμένες περιπτώσεις, ο πληροφοριοδότης για να υποστηρίξει την αναφορά του είναι πιθανόν να χρειαστεί να κοινοποιήσει στον εσωτερικό ή εξωτερικό μηχανισμό υποβολής της αναφοράς, ή κατά την δημόσια αποκάλυψη, πληροφορίες, στοιχεία, έγγραφα, για τα οποία ισχύει κάποιος περιορισμός, πχ. λόγοι απορρήτου ή προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Αν ο εργαζόμενος έχει βάσιμους λόγους να πιστεύει ότι η κοινοποίηση των πληροφοριών αυτών ήταν αναγκαία για να αποκαλυφθεί η παράβαση, τότε δεν θα θεωρείται ότι έχει παραβιάσει τους περιορισμούς αυτούς και κατ’ επέκταση δεν θα υπέχει οποιαδήποτε αστική ευθύνη. Η προστασία αυτή δεν επεκτείνεται όμως στις περιπτώσεις όπου η απόκτηση ή η πρόσβαση στις πληροφορίες αυτές συνιστά ξεχωριστό ποινικό αδίκημα. Γι’ αυτό, αν ο πληροφοριοδότης με την κοινοποίηση των πληροφοριών διαπράττει ποινικό αδίκημα τότε μπορεί να διωχθεί ποινικά. Επιπλέον, ο πληροφοριοδότης που υπέβαλε αναφορά σύμφωνα με τις διατάξεις του N.6(I)/2022, δεν έχει ευθύνη σε σχέση με αστικές διαδικασίες, όπως είναι η αγωγή για δυσφήμηση, προσβολή των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, παράβαση της υποχρέωσης τήρησης του απορρήτου, παράβαση των κανόνων για την προστασία προσωπικών δεδομένων, αποκάλυψη εμπορικού απορρήτου, ή για αιτήσεις αποζημίωσης βάσει του ιδιωτικού, του δημόσιου ή του συλλογικού εργατικού δικαίου. Μάλιστα, σε περίπτωση που ξεκινήσει μία τέτοια υπόθεση εναντίον του, ο πληροφοριοδότης έχει το δικαίωμα να επικαλεστεί ότι υπέβαλε αναφορά ή προέβη σε δημόσια αποκάλυψη, σύμφωνα με τις πρόνοιες του N.6(I)/2022 και να ζητήσει την απόρριψη της αγωγής.
*Σημείωση: Οι πληροφοριοδότες προστατεύονται από την ευθύνη λόγω παράβασης του απορρήτου, νοουμένου ότι οι πληροφορίες δεν έχουν δοθεί κατά παράβαση των κανόνων προστασίας διαβαθμισμένων πληροφοριών, του δικηγορικού ή ιατρικού απορρήτου, του απορρήτου των δικαστικών συσκέψεων και των κανόνων της ποινικής δικονομίας ή η πρόσβαση σε αυτές και η κοινοποίησή τους να μην συνιστά ποινικό αδίκημα, και νοουμένου ότι δεν αφορούν παραβάσεις κανόνων για ζητήματα ή συμβάσεις που άπτονται ζητημάτων άμυνας ή ασφάλειας, εκτός εάν καλύπτονται από τις σχετικές πράξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
3. Μάρτυρας σε ποινική διαδικασία
Ανάλογα με τη φύση του περιεχομένου της αναφοράς και τη σοβαρότητα της υπόθεσης, είναι πιθανόν να κινηθεί ποινική διαδικασία κατά προσώπου που αναφέρεται στην καταγγελία. Σε τέτοια περίπτωση είναι πιθανόν να χρειαστεί ο πληροφοριοδότης να καταθέσει ως μάρτυρας ενώπιον του Δικαστηρίου για να διευκολυνθεί η στοιχειοθέτηση της κατηγορίας. Ο N.6(I)/2022 προνοεί ότι σε τέτοιες περιπτώσεις, ο πληροφοριοδότης απολαμβάνει μέτρα προστασίας που αποσκοπούν κυρίως στη διαφύλαξη της ανωνυμίας του, όπως για παράδειγμα, να καταθέσει στην απουσία του κατηγορούμενου, να δοθεί η μαρτυρία μέσω κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης, να οπτικογραφηθεί η κατάθεσή του. Μάλιστα, ανάλογα με την περίπτωση μπορεί το πρόσωπο αυτό να ενταχθεί και στο Σχέδιο Προστασίας Μαρτύρων και Συνεργατών της Δικαιοσύνης.
4. Υποχρέωση εργοδότη προς συνδρομή
Κάθε εργοδότης οφείλει να προστατεύσει τους εργαζόμενους από κάθε πράξη προϊσταμένου τους ή οποιουδήποτε προσώπου είναι υπεύθυνο γι’ αυτούς, η οποία συνιστά αντίποινα λόγω της αναφοράς, και να λαμβάνει κάθε πρόσφορο και έγκαιρο μέτρο, για να τις αποτρέψει. Οι εργοδότες, αμέσως μόλις περιέλθουν σε γνώση τους συγκεκριμένα αντίποινα λόγω της αναφοράς, λαμβάνουν πρόσφορα μέτρα για την άρση και μη επανάληψη των αντιποίνων, καθώς και για την άρση των συνεπειών τους. Σε περίπτωση που οι εργοδότες δεν λάβουν μέτρα, προς αποτροπή των πιο πάνω συμπεριφορών, τότε μπορεί να θεωρηθούν συναδικοπραγήσαντες, δηλαδή να θεωρηθεί ότι έχουν την ίδια ευθύνη ως να είχαν οι ίδιοι προβεί σε αντίποινα, απειλές ή ενέργειες αντεκδίκησης κατά του πληροφοριοδότη.
Η. Πληροφορίες
Περαιτέρω πληροφορίες σχετικά με τις διαδικασίες και τα μέσα έννομης προστασίας που είναι διαθέσιμα για την προστασία έναντι αντιποίνων και τα δικαιώματά των πληροφοριοδοτών, είναι διαθέσιμες στο ευρύ κοινό, υπό μορφή «Οδηγών», και μπορούν να ανευρεθούν στον παρακάτω σύνδεσμο της ιστοσελίδας του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως (Λεωφ. Αθαλάσσης 125, 1461 Στρόβολος, Λευκωσία – Κύπρος, Τηλ.: 22805950, Τηλεομοιότυπο: 22518356, Ηλεκτρονικό Ταχυδρομείο: [email protected]).